Τη μείωση των μεταναστευτικών-προσφυγικών ροών, την ανακατανομή τους στην Ευρώπη και την επιπλέον αποφόρτιση των νησιών έθεσε ως κύρια ζητούμενα για το 2019 ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Δημήτρης Βίτσας, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στο υπουργείο, σχετικά με τον απολογισμό του 2018 και τους στόχους της νέας χρονιάς.
Απαριθμώντας αναλυτικά, ο κ. Βίτσας είπε:
- Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα υπάρχουν πάνω από 70.000 πρόσφυγες και μετανάστες. Το 2018 εισήλθαν στην επικράτεια της χώρας 47.929 άνθρωποι, εκ των οποίων οι 32.115 εισήλθαν από τα νησιά και οι 15.814 από τον Έβρο.
- Το αντίστοιχο σύνολο του 2017 ήταν 34.707. Με άλλα λόγια, το 2018 καταγράφηκε αύξηση των εισροών στα νησιά της τάξης του 10%, κατά κύριο λόγο την περίοδο του καλοκαιριού και τον Σεπτέμβριο.
- Αύξηση εισόδων κατά 284% σημειώθηκε στον Έβρο: από περίπου 5.500 το 2017, έφθασαν 15.814 το 2018.
- Έφυγαν από τη χώρα 6.558:
– Οι 322 με βάση την κοινή δήλωση Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας «που καταδεικνύει και το γεγονός ότι θα πρέπει να εντείνουμε και να κάνουμε ταχύτερες τις διαδικασίες όσον αφορά τις επιστροφές».
– Άλλοι 1.004 με βάση οικειοθελείς αποχωρήσεις-επιστροφές στη χώρα τους, μέσω του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης.
– Σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με βάση τις οικογενειακές επανενώσεις, πήγαν μέχρι τον Νοέμβριο 5.232 άνθρωποι.
- Από τα νησιά μεταφέρθηκαν στην ενδοχώρα, είτε γιατί πήραν άσυλο, αλλά κυρίως γιατί κρίθηκαν ευάλωτοι με βάση το πρωτόκολλο ευαλωτότητας, 29.090 άνθρωποι: από τη Λέσβο 14.887, από τη Σάμο 5.611, από τη Χίο 5.031, από την Κω 1.724, από τη Λέρο 1.330 και από άλλα νησιά (Ρόδο και μικρότερα των Δωδεκανήσων) 507.
- Αυτή τη στιγμή, με βάση το πρόγραμμα «ΕΣΤΙΑ», διαμένουν στην ενδοχώρα σε διαμερίσματα 22.686 άτομα, ενώ στα 26 κέντρα φιλοξενίας 18.369 (τέλος Δεκεμβρίου).
- Με βάση το νέο πρόγραμμα προσωρινής στέγασης, που έχει σχεδιάσει το υπουργείο με τον ΔΟΜ, διαμένουν 6.793 άνθρωποι.
- Στα νησιά αυτή τη στιγμή είναι συνολικά 14.615 άτομα. Από αυτούς, στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης είναι 11.683. Οι υπόλοιποι μένουν σε σπίτια που έχει νοικιάσει η Ύπατη Αρμοστεία.
- Στο τέλος Φεβρουαρίου 2018 στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης ήταν 10.997, ο μικρότερος πληθυσμός το 2018 στα ΚΥΤ. Τον Σεπτέμβριο ήταν 18.107, τώρα 11.683. «Λογικά, αύριο θα είναι περίπου 11.300 κι ελπίζουμε μέσα στον Ιανουάριο να φτάσουμε κάτω από τις 11.000».
- Αυτή τη στιγμή 12.500 παιδιά πηγαίνουν στο σχολείο σε όλες τις τάξεις και στις ενταξιακές τάξεις.
- Έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία που αφορά τους νέους γιατρούς που θα εργαστούν στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, τουλάχιστον δύο σε κάθε κέντρο. Τέλη Γενάρη-αρχές Φλεβάρη θα έχουν τοποθετηθεί οι νέοι γιατροί, όπως θα έχουν τοποθετηθεί και σε διάφορα κέντρα της ενδοχώρας.
- Ως προς την εξέταση ασύλου, από τις 124 μέρες που χρειάζονταν από την ημέρα κατάθεσης της προσφυγής μέχρι την έκδοση απόφασης για τα νησιά, απαιτούνται πλέον 68 μέρες «και ελπίζουμε ότι και με τις νέες Επιτροπές θα τα πάμε ακόμη καλύτερα στα νησιά».
Σύμφωνα με τον Δημήτρη Βίτσα, δύο είναι οι μεγάλες δυσκολίες στη διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού. «Το ένα είναι το φυσιολογικό, δηλαδή οι ροές. Και το άλλο η γραφειοκρατία, δηλαδή το πόσο αργά κινείται η διαδικασία. Στο επόμενο χρονικό διάστημα έχουμε τους εξής στόχους: Κατ’ αρχήν στο πρόγραμμα “ΕΣΤΙΑ”, να αυξήσουμε κατά 5.000 τη δυναμικότητά του. Συγχρόνως, στο πρόγραμμα ένταξης να δημιουργήσουμε ένα νέο οικιστικό πρόγραμμα, επίσης κατά 5.000, όπου θα πηγαίνουν άνθρωποι οι οποίοι ήδη έχουν πάρει διεθνή αναγνώριση» είπε.
Όπως σημείωσε, υπάρχουν άνθρωποι που έχουν πάρει άσυλο, αλλά διαμένουν είτε στο πρόγραμμα «ΕΣΤΙΑ», είτε σε κέντρα φιλοξενίας στην ενδοχώρα, «σαν να μην το έχουν πάρει και περνάει ο χρόνος. Κι έχουμε κάνει ένα πρόγραμμα ενταξιακό, ώστε να παραμένουν για ένα εξάμηνο και μετά βέβαια θα έχουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις, όπως έχουν και οι Έλληνες πολίτες».
Ο υπουργός εξήγησε ότι η μεγαλύτερη ανάγκη δεν είναι τα λεφτά, «πάντα χρειαζούμενα είναι», αλλά «να υπάρχει μια ανακατανομή του βάρους σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, κι αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό» τόνισε.
Εξήγησε ότι η Ελλάδα εξετάζει γύρω στις 50.000 αιτήσεις ασύλου ετησίως και ζήτησε αφενός την ψήφιση και διαμόρφωση του «Δουβλίνο IV», το οποίο θα λύσει ως νέος κανονισμός όλα τα ζητήματα, αφετέρου έναν μεταβατικό, προσωρινό μηχανισμό, από τις χώρες που ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν σε κάτι τέτοιο.
Ο κ. Βίτσας μίλησε για συντονισμό ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία, όχι μόνο σε επίπεδο υπουργών, αλλά και μέσω των ειδικών Υπηρεσιών, για την αντιμετώπιση του προσφυγικού-μεταναστευτικού. Το ίδιο συμβαίνει, είπε, και με το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, με το υπουργείο Εσωτερικών της Τουρκίας σε επίπεδο αστυνομικών δυνάμεων στα χερσαία σύνορα.
Σύμφωνα με τον υπουργό, από τη στιγμή που στην Ελλάδα υπάρχουν συνολικά 32 Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης και Κέντρα Φιλοξενίας, «είναι σύνηθες και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα όλοι να εστιάζονται σε ένα ή σε δύο όπου οι δυσκολίες είναι πραγματικά μεγάλες, με την έννοια του υπερπληθυσμού. Δηλαδή, όπου και να πάω στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό, η ερώτηση είναι “Σάμος-Μόρια” και οι προτάσεις είναι “γιατί δεν φτιάχνεις στη Μυτιλήνη ένα κέντρο των 10.000 ανθρώπων;”. Εμείς, όμως, θέλουμε να δημιουργήσουμε και μια ισορροπία με το τι μπορεί να αντέξει το νησί» σημείωσε.
Ο κ. Βίτσας υποστήριξε ότι τα υπόλοιπα 30 κέντρα φιλοξενίας και Κ.Υ.Τ. «είναι από μεσαία προς το καλό, υπάρχουν και τα άριστα». Όπως ανέφερε, προβλήματα αυτή τη στιγμή υπάρχουν στα Διαβατά Θεσσαλονίκης, όπου το ΚΥΤ χρησιμοποιείται ως «transit» κέντρο, «δηλαδή κάποιοι που έρχονται από τον Έβρο, τούς πάμε στην αρχή στα Διαβατά και από εκεί αρχίζουμε και διαχωρίζουμε».
Ο ίδιος επισήμανε ότι το πρόβλημα της Μαλακάσας λύθηκε, καθώς αυτή τη στιγμή εκεί δεν μένει κανένας σε σκηνές «και προσπαθούμε να βελτιώνουμε τις συνθήκες όλο και περισσότερο».
Παράλληλα, τόνισε την ανάγκη δημιουργίας δύο νέων κέντρων φιλοξενίας. Όπως είπε, αυτά τα δυο κέντρα φιλοξενίας, για τα οποία έχουν προχωρήσει και οι διαγωνισμοί, είναι στο Βαγιοχώρι του δήμου Βόλβης και στο Κυψελοχώρι του δήμου Τεμπών.
«Προσπαθούμε και έχουμε πολύ καλή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προωθούμε συνεργασίες με άλλες χώρες της Ευρώπης και ιδιαίτερα με τις χώρες που έχουμε τα ίδια προβλήματα και προσπαθούμε να διαχειριστούμε το ζήτημα όσο το δυνατόν καλύτερα μπορούμε. Αξιοποιούμε τις δυνατότητες που έχουν οι διεθνείς οργανισμοί, όπως και διεθνείς και ελληνικές -σπανίως- Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις» κατέληξε ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής.
naftemporiki.gr