Εβδομήντα χρόνια συμπληρώνονται αυτές τις μέρες από τα Χριστούγεννα του 1944, όταν σύσσωμος ο λεσβιακός λαός, κάτω από την καθοδήγηση του ΚΚΕ και με πρωτοβουλία του ΕΑΜ, κατέβηκε στα «Μπλόκια» της Μυτιλήνης για να αποτρέψει την απόβαση των «μαύρων» του Τόρνμπουλ (Turnbull), βροντοφωνάζοντας στους Εγγλέζους αποικιοκράτες το θρυλικό «Go Back» και ματαιώνοντας έτσι την επιχειρούμενη νέα κατοχή του νησιού.
Το απόγευμα του Σαββάτου 13 Δεκέμβρη, η ΚΟ Λέσβου του ΚΚΕ διοργάνωσε εκδήλωση στο παλιό Εργατικό Κέντρο, όπου μίλησε η Αλέκα Παπαρήγα, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ.
Η εκδήλωση άνοιξε η η Νίκη Τσιριγώτη και το χρονικό των γεγονότων διάβασε η Μαρία Κομνηνάκα, μέλη της ΤΕ Πόλης Λέσβου του ΚΚΕ. Προβλήθηκε βίντεο με συνέντευξη τηςΑιμιλίαςΒούλβουλη από την Αγιάσο, που έζησε τα γεγονότα της εποχής και του Μιχάλη Αψόκαρδου από το Μανταμάδο, που διηγείται τα γεγονότα όπως τα έζησε σαν παιδί. Στο χώρο της εκδήλωσης λειτούργησε έκθεση φωτογραφιών της εποχής και έκθεση βιβλίου.
Στην ομιλία της η Αλέκα Παπαρήγα είπε:
«Με συγκίνηση και θαυμασμό, με μεγάλη εκτίμηση τιμάμε σήμερα τους κομμουνιστές και κομμουνίστριες, τους αγωνιστές της Λέσβου που έδωσαν περήφανη απάντηση, στον αγγλικό στρατό που έφθασε στο νησί στα πλαίσια της ιμπεριαλιστικής δεκεμβριανής επέμβασης του 44 , με το θρυλικό «GO BACK». Είναι ψηλά στη μνήμη μας οι βασανισμένοι του κάμπου του νησιού, οι Αγιασιώτες και η αγροτιά της Γέρας, που σήκωσαν πρωτοφανή αντίσταση για να εμποδίσουν την βρετανική απόβαση με καταδρομικό, ναρκαλιευτικό, με συνοδεία ελληνικού αντιτορπιλικού που το προσωπικό του ήταν σε κράτηση γιατί αρνήθηκε να χτυπήσει τον Πειραιά με κανόνια.
Οι παραδόσεις της Λέσβου σε όλα τα μέτωπα του αγώνα, είναι τιμή για τα παιδιά, τα εγγόνια, τα δισέγγονα των τότε αγωνιστών. Είναι το μέτρο της δύναμης του ανθρώπου, ιδιαίτερα εκείνων που δεν βολεύονται με το καθεστώς της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Σεβόμαστε όλους τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες που παλεύουν για το ψωμί τους, τη δουλειά τους, τον κόπο τους, που ειδικά σήμερα δεν έχουν περιθώρια να τους επιβάλλουν άλλες θυσίες για τα κέρδη της αστικής τάξης, για την ΕΕ, θυσίες άσκοπες, απάνθρωπες που δεν έχουν καμία σχέση με τα εργατικά και τα λαϊκά δικαιώματα.
Ωστόσο κανένας αγώνας δεν μπορεί να συγκριθεί, όσο μεγάλος και αν είναι, με τον αγώνα που έχει προοπτική, όχι να αλλάξει μια κυβέρνηση (αυτό δεν είναι δα και δύσκολο) αλλά για να φέρει την εργατική τάξη στην εξουσία. Κανένας αγώνας δεν μπορεί να συγκριθεί με τον αγώνα κατά του ιμπεριαλιστικού πολέμου, που ρίχνει στην μάχη ένα λαό εναντίον άλλου λαού για την διανομή της λείας υπέρ των ιμπεριαλιστών.
Λαϊκή κυριαρχία δεν υπάρχει στις συνθήκες του καπιταλισμού, γιατί εξουσία και κυριαρχία σημαίνει να έχει ο λαός στα χέρια τον πλούτο που υπάρχει στη χώρα μας, στο έδαφος, στα νερά, στη θάλασσα, στα βουνά, στην πνευματική δημιουργία, να έχει στα χέρια του τον πλούτο που παράγεται, κάθε μέρα, με την δική του εργασία και δραστηριότητα.
Δυστυχώς όλα τα άλλα κόμματα έχουν κάθε συμφέρον να ταυτίζουν την κυβέρνηση με την εξουσία. Δεν είναι ούτε αγράμματοι ούτε ηλίθιοι και καθυστερημένοι, τους συμφέρει να προφυλάσσουν το καπιταλιστικό κράτος, την καπιταλιστική οικονομία. Η κυβέρνηση δεν είναι τίποτε άλλο παρά το πολιτικό προσωπικό της εξουσίας της αστικής τάξης, θεσμός της το αστικό κοινοβούλιο, και όταν γίνονται προσαρμογές και εκσυγχρονισμοί αυτοί γίνονται για να υπηρετηθεί αποτελεσματικότερα η καπιταλιστική ανάπτυξη, ο εγκλωβισμός του εργατό – λαϊκού παράγοντα, η χειραγώγηση και η καταστολή.
Πλησιάζει το 2018, έτος που το ΚΚΕ κλείνει 100 χρόνια ζωής και δράσης, ανιδιοτέλειας, αφοβίας, αμέτρητων θυσιών.
Όμως για το ΚΚΕ, για κάθε ΚΚ που θέλει να δικαιώνει τον τίτλο του, σημασία δεν έχει μόνο η τιμή των νεκρών, η δόξα των αγώνων, σημασία έχει να κατακτά και τον πλούτο της πείρας των αγώνων, των διδαγμάτων που βγαίνουν.
Η ιστορία γράφεται καθημερινά, αλλά η ιστορική επιστημονική μελέτη δεν είναι ένα άθροισμα αποφάσεων, πράξεων, αγώνων, επιτυχιών ή και αποτυχιών. Χρειάζεται χρόνος για να βγουν βαθύτερα και πιο ουσιαστικά συμπεράσματα, στέρεα. Πολλές φορές οι τάσεις, τα αποτελέσματα των εξελίξεων, δεν φαίνονται την ώρα που γίνεται ο ένας ή ο άλλος αγώνας, υπάρχει πάντα η εκ των υστέρων πείρα, που εξάγεται με επιστημονικό τρόπο, προπαντός συλλογικά, από μια χρονική απόσταση των γεγονότων.
Το Κόμμα μας πάντα κατά διαστήματα πραγματοποιούσε κριτική εξέταση της πείρας, της δράσης του και ποτέ δεν δίστασε αν έβλεπε ότι κάτι δεν το κάναμε, καλά, δεν το χειριστήκαμε καλά, να το αναγνωρίσει.
Όμως μετά το 89 – 91, μετά τη νίκη της αντεπανάστασης στις σοσιαλιστικές χώρες, είμαστε υποχρεωμένοι να ξαναδούμε πολύ περισσότερα πράγματα, σε ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, από τα πρώτα βήματα του εργατικού κινήματος. Δεν έχει καμία σχέση με την λαθολογία και τον μηδενισμό. Η αναντικατάστατη προσφορά του Κόμματος, του σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα, δεν αλλάζει, δεν ανατρέπεται με τίποτε. Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις στην Ελλάδα θα βρεις την προσφορά του Κόμματος στους καθημερινούς αγώνες, στον αγώνα κατά της γερμανοϊταλικής κατοχής, στη δικτατορία, παντού. Όποια πέτρα και αν σηκώσεις παγκόσμια σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης θα βρεις από τα πιο μικρά λιθάρια προσφοράς ως ογκόλιθους του κομμουνιστικού κινήματος, του σοσιαλισμού, της Οκτωβριανής Επανάστασης, του σοσιαλιστικού συστήματος μετά τον παγκόσμιο πόλεμο.
Οι κατακτήσεις που ο καπιταλισμός παγκόσμια παίρνει πίσω, τις ανατρέπει με γοργούς ρυθμούς, δεν δόθηκαν στους λαούς δωρεάν, ούτε χωρίς τη συνεισφορά των κομουνιστών και κομμουνιστριών.
Βεβαίως δεν μονοπωλούμε τον αγώνα, αυτή είναι η αξία του ΚΚΕ, του επαναστατικού εργατικού κινήματος, συμβάλλει να βγει στην επιφάνεια ο πρωτοπόρος ρόλος της εργατικής τάξης, βοηθάει να την προσεγγίσουν οι σύμμαχοί της, να ξεχωρίσει η ήρα από το στάρι.
Τα γεγονότα του Δεκέμβρη προσφέρονται για μελέτη και εξαγωγή συμπερασμάτων, ειδικά σήμερα, στην Αθήνα και στον Πειραιά αλλά και εδώ στη Λέσβο.
Τα Δεκεμβριανά δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η συνέχιση της ταξικής πάλης της κατοχικής περιόδου, στις πρώτες ώρες της απελευθέρωσης.
Τα Δεκεμβριανά επιβεβαιώνουν ότι η εργατική τάξη, το κόμμα της, ο λαός δεν πρέπει ποτέ, σε καμία περίπτωση, και στον πόλεμο, να μπουν κάτω από την καθοδήγηση της αστικής τάξης είτε αυτή είναι επιτιθέμενη είτε αμυνόμενη. Η σημαία της λεγόμενης «εθνικής ενότητας», «εθνικής συναίνεσης» είναι ξένη και εχθρική για το λαό.
Τα Δεκεμβριανά είχαν προετοιμασθεί πολύ πριν, στα χρόνια της κατοχής, από την ελληνική αστική τάξη σε συνεργασία κυρίως με την Αγγλία, που, με βάση τον καταμερισμό του παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού πολέμου έστειλαν στρατιωτικές δυνάμεις στην Ελλάδα με διπλό σκοπό: Από την μια να συμβάλουν στη νίκη κατά της Γερμανίας και από την άλλη να διασφαλίσουν ότι από την πρώτη μέρα της απελευθέρωσης η αστική τάξη θα έπαιρνε ξανά στα χέρια της την εξουσία, θα καθόταν στο σβέρκο του ελληνικού λαού.
Ίσως έχετε το ερώτημα, ιδιαίτερα οι νεότεροι, γιατί ανάλογα γεγονότα ένοπλης σύγκρουσης, όπως ήταν τα Δεκεμβριανά, δεν συνέβησαν σε άλλες καπιταλιστικές χώρες στην Ευρώπη παρά μόνο σχεδόν στην Ελλάδα;
Γιατί η αστική τάξη σε άλλες χώρες, ιδιαίτερα στις πιο ισχυρές που ήταν ψηλά στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, είχε την θέληση να πάρει άμεσα μέρος στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, για να αποσπάσει, όσο γινόταν, μεγαλύτερο μέρος της «λείας». Στην Ελλάδα που κατείχε υποδεέστερη θέση στο ιμπεριαλιστικό σύστημα η αστική τάξη δεν ήταν σε θέση να διεκδικήσει μεγαλύτερο ρόλο στη διανομή της λείας.
Καταρχήν η ελληνική αστική τάξη και ο πολιτικός της περίγυρος είχαν υποστεί συντριπτικό χτύπημα με το τέλος του ελληνοαλβανικού πολέμου, ενώ ταυτόχρονα δέχθηκαν -χωρίς καμία αντίδραση, την γερμανική επίθεση και κατοχή. Ήταν διασπασμένη σε γερμανόφιλη, αγγλόφιλη και σε ουδέτερη, όπως ήταν και στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.
Διάλεξε λοιπόν να μη δώσει την μάχη κατά της γερμανικής κατοχής μέσα στην Ελλάδα, αλλά να μεταφέρει στο εξωτερικό τις λειτουργίες του ελληνικού κράτους, με την εγκατάσταση των αστικών πολιτικών δυνάμεων και του βασιλιά στο Κάιρο και το Λονδίνο. Επέλεξε το βασικότερο τμήμα της αστικής τάξης να ετοιμασθεί να δώσει την δική της μάχη μόλις η Ελλάδα απελευθερωθεί.
Το αγγλόφιλο τμήμα της αστικής τάξης είχε την σιγουριά ότι την λύση στην Ελλάδα θα την δώσει η Αγγλία με την οποία ήταν σύμμαχος. Στην Μέση Ανατολή μάλιστα συγκρότησε στρατιωτική δύναμη προκειμένου να την χρησιμοποιήσει στην Ελλάδα μετά την λήξη της κατοχής αν χρειαζόταν κατά του λαϊκού κινήματος. Βέβαια, δεν άφησε τον ελληνικό λαό εντελώς ελεύθερος. Μην ξεχνάτε ότι στη διάρκεια της κατοχής σχηματίστηκαν τρείς κατοχικές δοσιλογικές ελληνικές κυβερνήσεις Τσολάκογλου, Λογεθετόπουλου και Ράλλη. Επίσης, συγκρότησε τον ΕΔΕΣ με διπλό στόχο, να διαδραματίσει κάποιο ρόλο αντιστασιακής οργάνωσης με την βοήθεια μάλιστα των αγγλικών στρατευμάτων αλλά και να εμποδίσει, να δυσκολέψει μέχρι και να χτυπήσει τον ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ που είχε προηγηθεί ο σχηματισμός τους. Συγκροτήθηκαν επίσης τα γνωστά τάγματα ασφάλειας, και άλλες δοσιλογικές αντικομουνιστικές οργανώσεις. Παρόλα αυτά δεν μπορούσαν να καλύψουν το κενό που άφησε η αναχώρηση της αστικής τάξης.
Είναι μύθος όλα τα υπερβολικά που ακούγονται για το ρόλο των αγγλικών στρατιωτικών δυνάμεων στην αντίσταση. Μέχρι το 1943 κυρίως στήριζαν τον ΕΔΕΣ με υλικό και μπόλικες λίρες. Μετά το 1943, καθώς οι βρετανοί μυρίσθηκαν ότι πλησίαζε η ήττα του γερμανικού άξονα, ιδιαίτερα μετά την μάχη του Στάλινγκραντ που εγκαινίασε την αντίστροφη μέτρηση, ανέπτυξαν πιο στενή και ανοικτή συνεργασία με αστικές πολιτικές οργανώσεις μέσα στην Ελλάδα, τις εφοδίαζαν με χρήματα και στρατιωτικά μέσα, ώστε αυτές να δράσουν μόλις έλθει η απελευθέρωση. Στο βιβλίο που έχει εκδοθεί για τον Δεκέμβρη του 44, θα διαβάσετε πολλές λεπτομέρειες που είναι απολύτως αναγκαίες για την επιβεβαίωση όσων παραπάνω έχουμε αναφέρει ακροθιγώς.
Προσθέτουμε ακόμα ένα γεγονός: Κατά την διάρκεια της γερμανικής υποχώρησης στην Ελλάδα, οι αγγλικές δυνάμεις στην χώρα μας έκαναν ό,τι μπορούσαν ώστε οι Γερμανοί να υποχωρήσουν συντεταγμένα με τον οπλισμό τους λες και δεν ήταν ηττημένοι, και μάλιστα τους ενθάρρυναν κατά την διάρκεια της υποχώρησης να χτυπούν αλύπητα, όπου μπορούσαν, τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Τόσο αντιναζιστική ήταν η Αγγλία.
Το ΚΚΕ, που μέσα του έκρυβε και κρύβει πάντα μεγάλη αναγεννητική ικανότητα, παρά το γεγονός ότι είχε υποστεί συντριπτικά πλήγματα από την μεταξική δικτατορία, παρά το γεγονός ότι παραδόθηκαν δεκάδες στελέχη του στους Γερμανούς κατακτητές για να τα εκτελέσουν ή να τα στείλουν στο Νταχάου, όπως συνέβη με τον Νίκο Ζαχαριάδη, κατάφερε να γίνει όχι μόνο ο αιμοδότης της ελληνικής αντίστασης αλλά και ο μοναδικός της καθοδηγητής παίρνοντας την πρωτοβουλία ίδρυσης του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, του ΕΛΑΝ της Εθνικής Αλληλεγγύης, της ΕΠΟΝ . Δεν περιορίσθηκε μόνο στο ελληνικό έδαφος, αλλά άσκησε σημαντική, αποφασιστική επίδραση στον ελληνικό στρατό της Μέσης Ανατολής που προορίζονταν να κτυπήσει το εαμικό και ελασίτικο κίνημα. Γι’ αυτό και με συγκίνηση και περηφάνια μνημονεύουμε τις οργανώσεις στην Μέση Ανατολή, την Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση, την Αντιφασιστική Οργάνωση του Ναυτικού, και της Αεροπορίας, οργανώσεις για την ίδρυση των οποίων πρωτοστάτησαν οι κομμουνιστές, όπως ο Γιάννης Σαλάς.
Επομένως η ταξική πάλη στην Ελλάδα πήρε μεγαλύτερο βάθος λόγω ακριβώς της στάσης της αστική τάξης και του ρόλου του ΚΚΕ.
Από τον Μάη του 1944 ο Γεώργιος Παπανδρέου και οι Βρετανοί δείχνουν προκλητική ανοχή απέναντι στους μηχανισμούς των δοσίλογων στην Ελλάδα και στα τάγματα Ασφαλείας, πράγμα που προκαλεί την αντίθεση και αντιπαράθεση του ΚΚΕ. Ο Γεώργιος Παπανδρέου ζήτησε την ένοπλη βοήθεια της Μεγάλης Βρετανίας προκειμένου να διασφαλίσει την «τάξη» και την «ασφάλεια» μετά την απελευθέρωση. Αποτέλεσμα ήταν η έγκαιρη επεξεργασία του αγγλικού αιματοβαμμένου σχεδίου με την επωνυμία «ΜΑΝΑ» για το τσάκισμα του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ.
Την πρώτη του Δεκέμβρη του 1944 ο γνωστός Άγγλος στρατηγός Σκόμπι, που του είχε ανατεθεί η αναδιοργάνωση των στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων της Ελλάδας, εξέδωσε διάταξη για την διάλυση του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ, ενώ η Ορεινή Ταξιαρχία που μαζί με τους βρετανούς έπνιξε στο αίμα τις αντιφασιστικές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής, παρέμενε εξοπλισμένη, καθώς επίσης και άλλες ταγματασφαλίτικες ομάδες που, επίσης, έδρασαν στην Μέση Ανατολή. Οι υπουργοί στην κυβέρνηση της λεγόμενης εθνικής ενότητας εκ μέρους του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ πρότειναν ανάμεσα στα άλλα γενικό αφοπλισμό, η κυβέρνηση δεν το δέχθηκε και υποχρεώθηκαν να θέσουν τέρμα στη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση.
Στις 3 του Δεκέμβρη οι χιλιάδες διαδηλωτές και διαδηλώτριες καθώς προχωρούσαν προς την πλατεία Συντάγματος και την γέμιζαν κατά χιλιάδες, δέχτηκαν τα δολοφονικά πυρά από τις αστυνομικές δυνάμεις, επικεφαλής των οποίων ήταν ο αρχηγός των συνεργαζόμενων ελληνικών και αγγλικών δυνάμεων Άγγελος Εβερτ. Ο αιματηρός απολογισμός ήταν 21 νεκροί και 41 τραυματίες. Την ίδια ώρα μια άλλη φάλαγγα χιλιάδων διαδηλωτών που προχωρούσαν από την οδό Ηρώδου του Αττικού προς την πλατεία Συντάγματος δέχθηκαν ένα άλλο κύμα δολοφονικών πυρών. Ενώ το βράδυ της ίδιας μέρας δολοφονήθηκαν 7 αγωνιστές την ώρα που τοιχοκολλούσαν έντυπα του ΕΑΜ.
Την επόμενη μέρα, 4 Δεκέμβρη, ο αθηναϊκός και πειραιώτικος λαός κινήθηκαν μαζικά για να κηδεύσουν τα θύματα και βεβαίως να ζητήσουν την παραίτηση της δολοφονικής κυβέρνησης. Όταν η πένθιμη πομπή έφθασε στην πλατεία Συντάγματος οι διαδηλωτές γονάτισαν και έδωσαν όρκο αγώνα στην μνήμη των νεκρών. Καθώς ο λαός επέστρεφε από το νεκροταφείο, οι συμμορίες των δοσίλογων και οι αστυνομικοί του 4ουτμήματος της Γενικής Ασφάλειας εξαπέλυσαν νέα δολοφονική επίθεση. Ο απολογισμός επίσης τραγικός, 40 νεκροί και δεκάδες τραυματίες. Τη νύκτα μεταξύ 3 και 4 του μήνα ο Σκόμπι επικεφαλής βρετανικών τεθωρακισμένων κύκλωσαν και αφόπλισαν το δεύτερο σύνταγμα της δεύτερης μεραρχίας του ΕΛΑΣ.
Στις 5 Δεκέμβρη και ενώ υπήρχε σε εξέλιξη νέα λαϊκή διαδήλωση στο κέντρο της Αθήνας, αυτή χτυπήθηκε αλύπητα με αποτέλεσμα 30 νεκρούς και πάνω από 100 τραυματίες. Στις επιχειρήσεις του Δεκέμβρη πήραν μέρος 60.000 άνδρες του αγγλικού στρατού με 80 αεροπλάνα, 200 τανκς και πολλά πυροβόλα. Ταυτόχρονα μονάδες του αγγλικού στόλου με πυροβόλα κανονιοβολούσαν την Αθήνα και εξασφάλιζαν τον ανεφοδιασμό των αγγλικών στρατευμάτων. Στο πλευρό των Άγγλων πολέμησαν η 3η ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία με 2.500 άνδρες, ο Ιερός Λόχος με 500, η χωροφυλακή με 3.000, και άλλοι σχηματισμοί δοσίλογων.
Οι αδίστακτοι επιστράτευσαν ακόμα και τα τάγματα ασφαλείας, δηλαδή τους αποδεδειγμένα δοσίλογους γερμανόφιλους, για να πολεμήσουν το ΕΑΜ. Υπήρχαν τότε 27.000 ταγματασφαλίτες έγκλειστοι σε στρατόπεδα λόγω συνεργασίας με τον εχθρό, εν καιρώ πολέμου, και από αυτούς χρησιμοποιήθηκαν οι 12.000. Τους έδωσαν όπλα, τους άλλαξαν τις στολές και τους έριξαν πάνω στα ανθρώπινα σώματα των λαϊκών αγωνιστών.
Όταν διαπιστώθηκε ότι το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ και βεβαίως το ΚΚΕ πρόβαλαν ηρωική αντίσταση, ο ίδιος ο Τσόρτσιλ ήλθε στην Αθήνα, να πάρει μέρος στην έναρξη της κυβερνητικής σύσκεψης που συγκλήθηκε με σκοπό την διερεύνηση συμφωνίας παύσης του πολέμου και αφοπλισμού του ΕΛΑΣ. Στη σύσκεψη πήρε μέρος αντιπροσωπεία του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ η οποία αναφέρθηκε σε ποια σημεία είχαν καταστρατηγηθεί οι συμφωνίες που είχαν γίνει κατά την διάρκεια του πολέμου.
Ενώ δεν είχε τελειώσει η πολιτική σύσκεψη, εξαπολύθηκε νέα βρετανική επίθεση κατά των δυνάμεων του ΕΛΑΣ. Λίγες μέρες μετά το τέλος της σύσκεψης, στις αρχές του Γενάρη, ξεκίνησε η σύμπτυξη των δυνάμεων του ΕΛΑΣ με κατεύθυνση την Θεσσαλία και πιο ειδικά τα Τρίκαλα.
Εν τω μεταξύ, είχε υποχρεωθεί σε παραίτηση ο Γ. Παπανδρέου αφού έκανε τη βρώμικη δουλειά για λογαριασμό της ελληνικής αστικής τάξης και της Αγγλίας.
Η τελική συμφωνία υπογράφηκε στη Βάρκιζα, στις 12 Φλεβάρη, και ενώ είχε προηγηθεί στις 11 Γενάρη συμφωνία ανακωχής μεταξύ του ΕΛΑΣ και των Βρετανών. Εν τω μεταξύ, πρωθυπουργός είχε οριστεί ο Νικόλαος Πλαστήρας. Στη σύσκεψη για την τελική συμφωνία εκτός από την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ πήρε μέρος και αντιπροσωπεία του ΚΚΕ.
Η συμφωνία της Βάρκιζας είχε τα παρακάτω κύρια σημεία: Η κυβέρνηση θα έπρεπε να εξασφαλίσει την ελεύθερη εκδήλωση των πολιτικών φρονημάτων όλων των πολιτών, το σεβασμό των ατομικών ελευθεριών και την κατάργηση κάθε ανελεύθερου νόμου. Προβλεπόταν η αποστράτευση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ και η συγκρότηση Εθνικού Στρατού με κανονική στρατολογία, η εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από τους συνεργάτες των κατακτητών και των τεταρτοαυγουστιανών, η διενέργεια δημοψηφίσματος στην διάρκεια του 1945 και στη συνέχεια εκλογές Συντακτικής Συνέλευσης. Δεν προέβλεπε όμως χορήγηση γενικής αμνηστίας, αμνήστευε μόνο τα πολιτικά αδικήματα που είχαν τελεστεί από τις 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής της συμφωνίας. Εξαιρούνταν, όμως, από τη συμφωνία «τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας», «τα οποία δεν ήταν απαραιτήτως αναγκαία δια την επιτυχία του πολιτικού σκοπού».
Ο όρος αυτός ήταν αρκετός για να δώσει την δυνατότητα να εξαπολυθεί αστυνομική τρομοκρατία και να τεθεί σε δράση ο μηχανισμός των δικαστηρίων να εξαπολύσουν φοβερούς διωγμούς κατά των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, ειδικότερα των κομμουνιστών, με χαλκευμένες κατηγορίες ότι διέπραξαν «αδικήματα κατά την διάρκεια της κατοχής» που τελικά οδήγησαν σε μια νέα λαμπρή κορυφαία αναμέτρηση της ταξικής πάλης, όπως ήταν ο τρίχρονος αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.
Η συμφωνία της Βάρκιζας δεν αντιστοιχούσε στον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων. Η ήττα των δυνάμεων του ΕΛΑΣ υπήρξε μόνο στην Αθήνα, ενώ την ίδια ώρα έμεναν ανέπαφες οι δυνάμεις του στην υπόλοιπη Ελλάδα και διατηρούσε την λαϊκή υποστήριξη. Όχι μόνο δεν αντιστοιχούσε αλλά εξέφραζε σοβαρή υποχώρηση, συνθηκολόγηση απέναντι στους Άγγλους ιμπεριαλιστές και την κυβέρνηση. Και αυτή ακόμη η συμφωνία της Βάρκιζας που τόσο αδικούσε το ΕΑΜ και γενικότερα το λαό δεν τηρήθηκε από τις ελληνικές κυβερνήσεις, έγινε πρώτης γραμμής αντικομουνιστικό όπλο δράσης.
Ο ηρωισμός δεν φθάνει, η ανιδιοτέλεια, δεν φθάνει, στο κάθε αγώνα ένοπλο και μη, σε κανονικές ας το πούμε συνθήκες, αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, δικτατορίας ή πολέμου, έχει σημασία η στρατηγική και τακτική του ΚΚΕ. Βεβαίως παίζει ρόλο και ο συσχετισμός δυνάμεων, που ποτέ, δεν μπορείς να τον υπολογίσεις προκαταβολικά, και μάλιστα σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης όπως υπήρξε στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια του πολέμου και λίγο μετά την απελευθέρωση.
Τον συσχετισμό δυνάμεων τον διαπιστώνεις όταν δίνεις την μάχη και όχι όταν σκύβεις το κεφάλι για να την αποφύγεις, την στιγμή μάλιστα που σε προκαλεί η αστική τάξη.
Δύο συμπεράσματα λοιπόν βγαίνουν από τα γεγονότα του Δεκέμβρη που τα επέβαλλε η αστική τάξη και η αναγκαιότητα του ΚΚΕ να υπερασπισθεί την εθνική αντίσταση και την ζωή και τα κεφάλια χιλιάδων και χιλιάδων αγωνιστών.
Πρώτο συμπέρασμα:
Είναι γνωστό ότι επανειλημμένα το ΚΚΕ, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, έχει αναγνωρίσει την ευθύνη του, καθώς δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα σε διαλεκτική σχέση με την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας. Αυτονομήθηκε η πάλη κατά του κατακτητή, που ήταν ηρωική και απαράμιλλη, από την πάλη για την ήττα της αστικής τάξης και των συμμάχων της, με επακόλουθο τις συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας, στη συνέχεια με την συμμετοχή στην κυβέρνηση της «εθνικής ενότητας», μια διαδικασία που έφερε τελικά την ακόμα πιο ετεροβαρή συμφωνία, της Βάρκιζας.
Το πρόβλημα, δεν αφορούσε αποκλειστικά το ΚΚΕ αλλά τη στρατηγική συνολικά του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος πριν και κατά την διάρκεια του β΄ παγκοσμίου πολέμου. Το 1941 προστέθηκε ένας σημαντικός αρνητικός κρίκος, όταν έγινε αλλαγή της σωστής εκτίμησης για τον χαρακτήρα του πολέμου ως ιμπεριαλιστικού- και από τις δύο πλευρές των καπιταλιστικών κρατών- με τη θέση ότι αυτός ήταν μόνο αντιφασιστικός. Αυτή η νέα θέση αποπροσανατόλιζε και παρέπεμπε στις καλένδες το πρόβλημα της εξουσίας, ενώ καλλιεργούσε αυταπάτες ή εφησυχασμό ως προς τον ρόλο της Αγγλίας, των ΗΠΑ με την λήξη του πολέμου. Προβλήθηκε η πιο ουτοπική προσδοκία ότι η συμμαχία μεταξύ Αγγλίας – ΗΠΑ – ΕΣΣΔ μπορούσε να πάρει σχετικά μονιμότερο χαρακτήρα μεταπολεμικά.
Όπως καθόρισε το 19ο συνέδριο στις συνθήκες πολέμου είτε αυτός γίνεται στο έδαφός μας και πρέπει οπωσδήποτε να υπερασπίσουμε την πατρίδα του εργαζόμενου λαού, είτε γίνεται με έξοδο ελληνικών στρατευμάτων σε άλλα κράτη, δηλαδή κατά άλλων λαών, «το κόμμα πρέπει να ηγηθεί στην αυτοτελή οργάνωση της εργατικής – λαϊκής πάλης για την εδαφική ακεραιότητα, για την έξοδο από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, χωρίς τη λογική προσαρτήσεων, ώστε να οδηγήσει στην ολοκληρωτική ήττα της αστικής τάξης, εγχώριας και ξένης ως εισβολέα, ο αγώνας αυτός να συνδεθεί με την πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας. Να συγκροτηθεί εργατικό – λαϊκό μέτωπο με όλες τις μορφές δράσης με σύνθημα κατεύθυνσης: “Ο λαός θα δώσει την ελευθερία και τη διέξοδο από το καπιταλιστικό σύστημα που όσο κυριαρχεί, φέρνει τον πόλεμο και την «ειρήνη» με το πιστόλι στον κρόταφο”.
Δεύτερο συμπέρασμα:
Δεν υπάρχει ούτε μια περίπτωση που η συμμετοχή ενός ΚΚ σε αστική διακυβέρνηση να ωφέλησε το λαό. Όταν τα αστικά κόμματα σε θέλουν ως σύμμαχο, ξέρουν καλά ότι θα ωφεληθούν τα ίδια και το σύστημα πολύ περισσότερο. Οι συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας σ΄αυτό το πνεύμα έγιναν.
Ωστόσο πρέπει να έχουμε ένα πράγμα καθαρό: Ότι η γενναία αυτοκριτική μας απευθύνεται στο λαό και ένα στόχο είχε και έχει, να γίνουμε πιο ώριμοι και πιο μαχητικοί απέναντι στο αστικό πολιτικό σύστημα, στον καπιταλιστικό δρόμο παραγωγής. ξεκαθαρίζουμε ένα πράγμα τα λάθη μας δεν σβήνουν καθόλου, ούτε μια γραμμή στον μεγάλο αγώνα – εποποιία της αντίστασης που καθοδηγήθηκε στα χρόνια της κατοχής, της αντίστασης του Δεκέμβρη και της ανώτερης μορφής της ταξικής πάλης που έδωσε ο Δημοκρατικός Στρατός της Ελλάδας που ήταν η συνέχεια της ταξικής πάλης του Δεκέμβρη του 44. Τα λάθη μας δεν σβήνουν ούτε κατά ένα γράμμα του αλφαβήτου την μεγάλη συνεισφορά του ελληνικού λαού στον παγκόσμιο πόλεμο, η ήττα στην Ελλάδα ήταν ένα σημαντικό λιθάρι στην έκβαση του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου.
Υπογραμμίζουμε επίσης, ότι τα λάθη και οι αδυναμίες μας δεν οφείλονταν σε φόβο, σε πνεύμα υποχώρησης, σε διάθεση να σώσουμε τις ζωές και να στηρίξουμε τις πλάτες μας. Ήταν λάθη που σε σημαντικό βαθμό οφείλονταν στην αλλαγή γραμμής του κομμουνιστικού κινήματος που εκφράστηκε στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, σε ανεπάρκεια. Δεν είχαμε καμία σχέση και δεν έχουμε με τους ψοφοδεείς ρεφορμιστές, οπορτουνιστές.
Ο ταξικός αντίπαλος δεν κάνει λάθη είναι η πολιτική του από τη φύση της εκμεταλλευτική, βάρβαρη, αντιλαϊκή.
Ο αντίπαλος ποτέ δεν έκανε πίσω και δεν μας φέρθηκε φιλικά όταν κάναμε λάθη, αντίθετα έβρισκε την ευκαιρία να μας επιτεθεί ακόμα πιο σκληρά για να μας αποτελειώσει.
Γι’ αυτό και έχει πολύ μεγάλη σημασία το γεγονός ότι στη σύγχρονη περίοδο το ΚΚΕ χάρις στην ιστορία του, την ωρίμανσή του, την αφοβία του να πηγαίνει κόντρα στο ρεύμα, κατάφερε να ξεπεράσει τον πιο, ίσως, μεγάλο σκόπελο της μακρόχρονης ζωής του, το σκόπελο της αντεπανάστασης του 1989 – 90, όταν δεκάδες αλλά κόμματα δυστυχώς δεν τα κατάφεραν. Πρόκειται για γεγονός μεγάλης σημασίας, όχι μόνο ελληνικής διάστασης. Δεν νοιώθουμε εγωιστική αυτοϊκανοποίηση, κάναμε το καθήκον μας, και αυτό το καθήκον προσθέτει νέες υποχρεώσεις σε μια περίοδο πρωτοφανούς ήττας και υποχώρησης του κινήματος να βάλουμε τις βάσεις της μεγάλης νίκης στην Ελλάδα. Το ίδιο συμβαίνει και με τη θέση μας για μη συμμετοχή και στήριξη σε αστικές κυβερνήσεις, κυβερνήσεις αστικής διαχείρισης.
Στο δρόμο του αγώνα για το σοσιαλισμό υπερασπιζόμαστε ανυποχώρητοι τα καθημερινά, άμεσα, οξυμένα προβλήματα του λαού, διεκδικούμε λύσεις για τις σύγχρονες ανάγκες του. Αυτός ο δρόμος απαιτεί το πιο αρμονικό συνταίριασμα της γνώσης, της ανιδιοτέλειας, της πράξης, της πολιτικής διορατικότητας, της ικανότητας να μη αποσπάσαι από τα άμεσα και καθημερινά, αλλά και να μη σε τραβάνε από την προοπτική, από τις τάσεις και εξελίξεις που έρχονται και με την δική μας ορμή και πρωτοβουλία».